τοπογραφία

τοπογραφία
η топография

Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. . 1980.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Смотреть что такое "τοπογραφία" в других словарях:

  • τοπογραφία — τοπογραφίᾱ , τοπογραφία description of a country fem nom/voc/acc dual τοπογραφίᾱ , τοπογραφία description of a country fem nom/voc sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • τοπογραφίᾳ — τοπογραφίᾱͅ , τοπογραφία description of a country fem dat sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • τοπογραφία — η 1. επιστήμη που καταγίνεται με την αναπαράσταση των μορφών του εδάφους σε χάρτες. 2. περιγραφή της διάταξης ενός τόπου: Μίλησε για την τοπογραφία της περιοχής …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • τοπογραφία — Επιστήμη που μελετά τις μεθόδους και τα όργανα λεπτομερούς αναπαράστασης της φυσικής επιφάνειας της Γης, για την εκτέλεση πάνω σε αυτή διαφόρων γεωμετρικών πράξεων. Η εργασία γίνεται με την υπόθεση ότι η επιφάνεια του γεωειδούς μπορεί να… …   Dictionary of Greek

  • τοπογραφίας — τοπογραφίᾱς , τοπογραφία description of a country fem acc pl τοπογραφίᾱς , τοπογραφία description of a country fem gen sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • τοπογραφίαν — τοπογραφίᾱν , τοπογραφία description of a country fem acc sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • τοπογραφιῶν — τοπογραφία description of a country fem gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • τοπογραφίαις — τοπογραφία description of a country fem dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Christian Topography — Ancient world map, from Christian Topography , by Cosmas Indicopleustes. The Christian Topography (original Greek title Χριστιανικὴ Τοπογραφία, Latin title Topographia Christiana) is a 6th century work, one of the earliest essays in scientific… …   Wikipedia

  • Δελφοί — Ορεινή κωμόπολη (υψόμ. 580 μ., 2.373 κάτ.) στην πρώην επαρχία Παρνασσίδος του νομού Φωκίδος. Βρίσκεται στις νότιες πλαγιές του Παρνασσού, 21 χλμ. ΝΑ της Άμφισσας. Αποτελεί έδρα του ομώνυμου δήμου. Ο σημερινός οικισμός διαδέχτηκε τον παλαιότερο… …   Dictionary of Greek

  • φωτοτοπογραφία — η, Ν (τοπογρ.) η εφαρμογή τής φωτογραμμετρίας στην τοπογραφία. [ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. phototopography < φωτ(ο) * + τοπογραφία] …   Dictionary of Greek


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»